Συνέπειες

 

Νομικές συνέπειες του διαζυγίου

Το διαζύγιο επιφέρει συνέπειες που μπορούν να συνοψιστούν στις εξής:
  • Συνέπειες στις διαπροσωπικές σχέσεις των συζύγων
Όταν εκδοθεί δικαστική απόφαση λύσης του γάμου δεν υπάρχει υποχρέωση των συζύγων για συμβίωση και για κοινές αποφάσεις. Συνήθως η σύζυγος που έχει λάβει το επώνυμο του συζύγου κατά κανόνα λαμβάνει και πάλι το δικό της, εκτός αν επιθυμεί, επειδή για παράδειγμα έχει αποκτήσει επαγγελματική φήμη με το συζυγικό της επώνυμο να το διατηρήσει. Επίσης, παύει η ευθύνη των συζύγων κατά την εκπλήρωση των αμοιβαίων υποχρεώσεών τους, δεν ισχύει πλέον το νομικό κώλυμα της διγαμίας και σταματάει η αναστολή της χρονικής παραγραφής των αξιώσεων του ενός συζύγου εναντίον του άλλου. Παρόλα αυτά, η εξ αγχιστείας συγγένεια που δημιουργείται εξαιτίας του γάμου μεταξύ των εξ αίματος συγγενών του ενός συζύγου με τους εξ αίματος συγγενείς του άλλου συζύγου εξακολουθεί να υφίσταται και μετά τη λύση του γάμου!

  • Συνέπειες στα ανήλικα τέκνα
Μετά τη λύση του γάμου με διαζύγιο η άσκηση της γονικής μέριμνας ρυθμίζεται από το δικαστήριο ως εξής:
                                I.      Είτε γίνεται ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας στον ένα από τους δύο γονείς,
                             II.      Είτε γίνεται ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας και στους δύο γονείς από κοινού,
                           III.      Είτε κατανέμεται η άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των δύο γονέων,
                          IV.      Είτε τέλος γίνεται ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας σε τρίτο πρόσωπο, όταν κριθεί ότι και οι δύο γονείς είναι ακατάλληλοι να ασκούν την γονική μέριμνα.
Μετά την έκδοση διαζυγίου και την λύση του έγγαμου βίου παραμένει η υποχρέωση των γονέων για διατροφή των ανηλίκων τέκνων τους, καθώς αυτά (τέκνα) δεν έχουν εισοδήματα από εργασία ή από περιουσία ή αυτά που τυχόν έχουν δεν επαρκούν για την διατροφή τους.

  • Στην υποχρέωση καταβολής διατροφής στον ένα εκ των συζύγων
Στην περίπτωση που ο ένας εκ των πρώην συζύγων δεν μπορεί να εξασφαλίσει την διατροφή του από τα εισοδήματά του ή από την εκμετάλλευση της περιουσίας του δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλο σύζυγο μετά τη λύση του γάμου με διαζύγιο, υπό τις εξής προϋποθέσεις:
                                I.      Εάν κατά τον χρόνο έκδοσης του διαζυγίου και μετά από αυτό ο ένας εκ των πρώην συζύγων βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν του επιτρέπει να αναγκαστεί να αρχίσει ή ακόμη να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, έτσι ώστε να εξασφαλίσει από το επάγγελμα τη διατροφή του.
                             II.      Εάν ο ένας εκ των πρώην συζύγων  έχει την επιμέλεια ανήλικων τέκνων και σαν αποτέλεσμα εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος.
                           III.      Εάν ο ένας εκ των πρώην συζύγων είτε  δεν βρίσκει σταθερή και κατάλληλη εργασία είτε χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως ο ένας εκ των πρώην συζύγων δικαιούται διατροφή από τον άλλον για ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου.
                          IV.      Σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου η επιδίκαση διατροφής στον έναν εκ των πρώην συζύγων κατά την έκδοση διαζυγίου επιβάλλεται από λόγους επιείκειας. Εδώ υπάγονται περιπτώσεις οι οποίες δεν μπορούν να υπαχθούν στις παραπάνω τρεις περιπτώσεις και το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει διατροφή στον έναν σύζυγο όταν αυτό είναι δίκαιο. Πάντως δεν θα πρέπει να κινδυνεύει η διατροφή του υπόχρεου προς διατροφή συζύγου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η διατροφή μπορεί να περιοριστεί ή ακόμη και να αποκλειστεί, όταν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους. Έτσι εάν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή εάν ο δικαιούχος εκ των πρώην συζύγων της διατροφής είναι υπαίτιος του διαζυγίου του ή προκάλεσε εκούσια την απορία του. Περαιτέρω, το δικαίωμα διατροφής παύει να υπάρχει όταν ο δικαιούχος αυτής (διατροφής) ξαναπαντρευτεί ή εάν συζεί μόνιμα με κάποιον άλλο σύντροφο σε ελεύθερη ένωση καθώς και με το θάνατο του.

  • ·Στην κατανομή της περιουσίας μεταξύ των συζύγων
Όταν ο γάμος λυθεί, καθένας από τους πρώην συζύγους δικαιούται να παραλάβει τα κινητά πράγματα που του ανήκουν ή τεκμαίρεται ότι του ανήκουν, ακόμη και αν τα χρησιμοποιούσαν και οι δύο ή και μόνο ο άλλος σύζυγος, εφόσον ο άλλος σύζυγος δεν αποδεικνύει το αντίθετο, χωρίς τον περιορισμό του κινητού πράγματος ως απαραίτητου για τις ανάγκες του άλλου συζύγου. Αν ο σύζυγος που κατέχει το πράγμα αρνείται να το αποδώσει στον κύριό του (τον άλλο σύζυγο), ο τελευταίος μπορεί να τα διεκδικήσει δικαστικά.
Σχετικά με την κοινή οικογενειακή στέγη, μετά την έκδοση διαζυγίου ο κύριος αυτής (της στέγης) έχει κατά του συζύγου που κάνει χρήση αυτής όλες τις εμπράγματες και ενοχικές αγωγές.
Εάν κατά την σύναψη του γάμου είχε επιλεγεί το σύστημα της κοινοκτημοσύνης με το διαζύγιο η κοινοκτημοσύνη λήγει και ο καθένας εκ των πρώην συζύγων λαμβάνει οτιδήποτε του αναλογεί.
Για τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν από τον έναν από τους συζύγους κατά τη διάρκεια του γάμου γεννιέται αξίωση συμμετοχής του άλλου σ' αυτά. Αυτό ονομάζεται αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα. Αυτή η αξίωση επιτρέπει στους πρώην συζύγους να διεκδικούν περιουσιακά στοιχεία από την επαύξηση της κοινής περιουσία που αποκτήθηκε κατά την διάρκεια του έγγαμου βίου. Έτσι, εάν ο γάμος λυθεί και η περιουσία του ενός συζύγου, αφότου τελέστηκε ο γάμος, έχει αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην επαύξηση της περιουσίας, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Η επαύξηση της περιουσίας του ενός εκ των πρώην συζύγων προκύπτει από την απλή σύγκριση της περιουσιακής του κατάστασης από την τέλεση του γάμου αφενός έως και τη στιγμή λύσης του γάμου. Στην περίπτωση της τριετούς διάστασης, η περιουσιακή αύξηση του υπόχρεου πρέπει να ανάγεται στο χρόνο που κατέθεσε την αγωγή για τα αποκτήματα. Σημειωτέον ότι στην αύξηση της περιουσίας των πρώην συζύγων δεν υπολογίζεται ότι αυτοί απέκτησαν είτε από δωρεά είτε από κληρονομιά. Η συμβολή του δικαιούχου πρώην συζύγου στα αποκτήματα στην αύξηση της περιουσίας του υπόχρεου στα αποκτήματα συζύγου συνίσταται τόσο στην παροχή χρήματος όσο και στην παροχή υπηρεσιών αποτιμητών σε χρήμα, εφόσον βέβαια αυτές υπερβαίνουν την υποχρέωση συμβολής στις οικογενειακές ανάγκες.


Γεώργιος Γκαντής
Δικηγόρος

http://e-attorney.blogspot.com/